Σάββατο 25 Ιουλίου 2009

Καλοκαιρινές μέρες και νύχτες vol 1

Η Ξυπόλυτη ντίβα, η μαύρη γαζέλα, σε κλοιό καύσωνα η χώρα, η λαμπερή Μαρία Σταματέρη, αυξήθηκε η τιμή της αμόλυβδης, έκτακτα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης, η πύρηνη λαίλαπα, ο ρεπόρτερ Ιορδάνης, ο γνωστός άνκορμαν, ακολουθεί το δελτίο καιρού...
Τους σαρανταδύο έδειξε κάποια στιγμή μετά το μεσημέρι το θερμόμετρο του αυτοκινήτου, που είχε ανάψει τόσες ώρες στον ήλιο στο σκονισμένο πάρκιν του παραλιακού μπάρ που βρισκόταν μεταξύ δυο νομών.
Ο κόσμος που ερχόταν κατά δεκάδες δε χωρούσε πλέον ούτε στο όρθιο αφού οι ξαπλώστρες είχαν καταληφθεί απο νωρίς το πρωί. Το τάργκετ γκρούπ κυμαίνονταν μεταξύ 17 και 27 και έπιανε σε ποσοστό το 85% τουλάχιστον, απ αυτούς οι περισσότεροι ήταν αγόρια γυμνασμένα, αδύνατα τα περισσότερα, άλλα πιο φουσκωτά, υπήρχαν και κάποια πιο χοντρά, άλλα πιο λαικά που φορούσαν μπλούζες ομάδων της πόλης, τα κορίτσια ήταν αδιάφορα ένα πράμα, καυτό σορτσάκι ή μαγιό σε κάθε απίθανο χρώμα και σχέδιο, αδύνατες, παχουλές, χοντρές, άλλες με ψωμάκια, κυταρίτιδα,αλλά όλες με το μανικιούρ -πεντικιούρ και τα γνωστά γυαλιά υπερπαραγωγή, μερικές είχαν και φουλ μακιγιάζ κάτω απ τον καυτό ήλιο.
Νομίζω ότι χρειάζονται τουλάχιστον μια ώρα μέχρι να ετοιμαστούν για την παραλία.
Τα κορίτσια λέει ο φίλος μου, έχουν γίνει ένα πράγμα όλες, δεν τις ξεχωρίζεις, έχουν τσουλοποιηθεί του το λέει η μάνα του, και μαζί μ αυτό έχουν σηκώσει ψηλά τον αμανέ, τα αγόρια δεν τις κοιτάζουν πια, είναι ομοιόμορφες δεν ξεχωρίζουν στο πλήθος.... δε μιλάω.
Του εξηγώ την κατάσταση μου, εμείς οι δυό δίνουμε συμβουλές γιαυτά τα θέματα σε όλους, τι έχεις πάθει μου λέει δε σ αναγνωρίζω, σε περίμενα πιο αυτόνομη, εσένα μου λέει αναβόσβυνε στο μέτωπό σου η πινακίδα <χέστηκα>, λέω ξεμείναμε απο ρεύμα, κάτσε να βάλω το φορτιστή....
Πρέπει να μη χάνεις την αυτοπεποίθησή σου, υπάρχει εκεί έξω το επόμενο μοντέλο σε πιο βελτιωμένη έκδοση, χμμμ!
Βουτάμε και φεύγουμε μετά απο κανα δίωρο γιατί μας προκύπτει έτερος φίλος, αλλά και να μη γινόταν αυτό δεν μπορείς να κάτσεις για πολύ κάτω απ τη fake σκιά της ομπρέλας, κάποια στιγμή κορώνεις και θες να κλειστείς σε ένα δροσερό σπίτι.
Στην επιστροφή μ αφήνει σε μια διαστάυρωση, μπαίνω σε ένα εξίσου καυτό αυτοκίνητο και ξεκινάω απ την άλλη πλευρά της πόλης για άλλη παραλία, στο δρόμο όμως καταλήγω σε σπίτι που με κερνάνε μπύρα, φαγητό και πάμε για απογευματινό μπάνιο όπου απλώς μπαίνω για να πω ότι μπήκα μιας και οι υπόλοιποι δεν ακολουθούν..
Μετά νυχτώνει γλυκά κάτω απ τη σκιά μιας τέντας οι μεγάλοι παίζουν χαρτιά και τσιμπολογούν ποπ κορν και γαριδάκια εμείς μιλάμε με μισόλογα και υπονοούμενα.....